Ο μέσος εργαζόμενος στη Μεγάλη Βρετανία χρειάζεται 52 χρόνια αποταμίευσης για να θεωρηθεί πλούσιος, σύμφωνα με νέα έρευνα
Η οικονομική ανισότητα στη Μεγάλη Βρετανία βαθαίνει όσο ποτέ άλλοτε, με τα στοιχεία να δείχνουν ότι ο μέσος εργαζόμενος, ακόμη και αν αποταμίευε ολόκληρο το εισόδημα για μία ολόκληρη ζωή, δεν θα κατάφερνε να φτάσει στην κατηγορία των πλουσίων, σύμφωνα με νέα έκθεση του Resolution Foundation.
Συγκεκριμένα, ένας τυπικός υπάλληλος πλήρους απασχόλησης θα χρειαζόταν 52 χρόνια μισθών για να βρεθεί στην κορυφή της κατανομής του πλούτου το διάστημα 2020 – 2022, δηλαδή 14 χρόνια περισσότερα συγκριτικά με το διάστημα 2006 – 2008.
Σε απόλυτους αριθμούς, το χάσμα μεταξύ μεσαίας τάξης και του πλουσιότερου 10% έχει αυξηθεί κατά σχεδόν 25%, φτάνοντας τις 1,3 εκατ. στερλίνες (περίπου 1.480.000 ευρώ).
Η Μόλι Μπρουμ, ανώτερη οικονομολόγος του Resolution Foundation, υπογράμμισε ότι «η κινητικότητα του πλούτου στη Βρετανία είναι χαμηλή. Όσοι γεννιούνται πλούσιοι, τείνουν να παραμένουν πλούσιοι, ενώ όσοι ξεκινούν φτωχοί, σπάνια ανεβαίνουν».
Η αύξηση του πλούτου των νοικοκυριών την τελευταία δεκαετία οφείλεται κυρίως στην άνοδο των τιμών των ακινήτων και στην αύξηση της αξίας των συντάξεων, με τα οφέλη να συγκεντρώνονται στους ηλικιωμένους και πλουσιότερους ιδιοκτήτες.
Κατά τη διάρκεια της πανδημίας, αυτή η ανισότητα επιταχύνθηκε. Όσοι διέθεταν ήδη περιουσιακά στοιχεία είδαν τον πλούτο τους να αυξάνεται, ενώ τα χαμηλότερα στρώματα είδαν την οικονομική τους θέση να χειροτερεύει.
Η φορολόγηση του πλούτου βρίσκεται πλέον στο επίκεντρο της πολιτικής συζήτησης, ενόψει του προϋπολογισμού των Εργατικών την 26η Νοεμβρίου. Αν και η υπουργός Οικονομικών, Ρέιτσελ Ριβς, ανέφερε ότι δεν εξετάζει νέο φόρο στον πλούτο, η πίεση αυξάνεται για την κάλυψη των δημοσιονομικών κενών, με τη δημοσκόπηση της YouGov να δείχνει ευρεία υποστήριξη από το κοινό.
Ωστόσο, η Μπρουμ προειδοποιεί ότι μια τέτοια φορολόγηση θα μπορούσε να επιβαρύνει συνταξιούχους και ιδιοκτήτες κατοικιών, καθώς ακίνητα και συντάξεις αποτελούν πάνω από 80% του πλούτου των νοικοκυριών, που ανέρχεται συνολικά σε 17 τρισ. λίρες.
Πλούτος – ρεκόρ, αλλά για λίγους
Παρά τις οικονομικές αναταράξεις, ο συνολικός πλούτος των βρετανικών νοικοκυριών αυξήθηκε σε 7,5 φορές το ΑΕΠ την περίοδο 2020 – 2022, έναντι τρεις φορές το ΑΕΠ τη δεκαετία του 1980. Οι κρατικές ενισχύσεις και τα lockdown συνέβαλαν στην αποταμίευση, όμως, τα κέρδη επικεντρώθηκαν στα ανώτερα κοινωνικά στρώματα.
Τα νοικοκυριά του ανώτερου 20% είδαν τις αποταμιεύσεις τους να αυξάνονται κατά 4.200 λίρες στη διάρκεια της πανδημίας, ενώ, τα φτωχότερα αποταμίευσαν μόλις 80 λίρες. Αντίθετα, μία στις δέκα οικογένειες με το χαμηλότερο εισόδημα έχασε έως και 4.000 λίρες από τις αποταμιεύσεις της, διπλάσιο ποσοστό σε σύγκριση με το διάστημα πριν από το «ξέσπασμα» του κορωνοϊού.
Το διευρυνόμενο χάσμα εξηγεί γιατί οι καταναλωτικές δαπάνες, που αντιστοιχούν στο 60% του ΑΕΠ, παραμένουν υποτονικές, παρά τη συνολική αύξηση των αποταμιεύσεων. Η Τράπεζα της Αγγλίας παρακολουθεί στενά τη συμπεριφορά των νοικοκυριών, καθώς εξετάζει το ενδεχόμενο ύφεσης και τη μάχη κατά του πληθωρισμού.
