Το βασικό κανάλι κοινωνικής ένταξης των μεταναστών στην Ελλάδα είναι η ένταξή τους στην ελληνική αγορά εργασίας και αυτό δίνει μεγάλη ώθηση στην οικονομία. Ωστόσο, η νομιμοποίηση του μεταναστευτικού πληθυσμού στην Ελλάδα πρέπει να επιδιωχθεί παράλληλα με ευρύτερες προσπάθειες για την επισημοποίηση μεγαλύτερου τμήματα της οικονομικής δραστηριότητας της χώρας και με ολοκληρωμένες πολιτικές για την προώθηση της κοινωνικής συνοχής και της κοινωνικής ένταξης.
Από μελέτη του πρώην υποδιοικητή της Τράπεζα της Ελλάδος Θόδωρου Μητράκου, των καθηγητών Στ. Ζωγραφάκη, Χαρ. Κασίμη και του Εθνικού Κέντρου Δημόσιας Διοίκησης, προκύπτουν τα εξής κυρίως συμπεράσματα:
Πρώτον, η καθαρή συμβολή της μετανάστευσης στο ΑΕΠ εκτιμήθηκε στις αρχές της δεκαετίας του 1990 μεταξύ 1% και 1,5%. Στη συνέχεια το ποσοστό αυτό αυξήθηκε μεταξύ 2,3% και 2,8%.
Δεύτερον, η παρουσία των μεταναστών στην Ελλάδα οδήγησε στη δημιουργία 100.000 έως 125.000 νέων θέσεων εργασίας, εκ των οποίων 85.000 έως 100.000 ήταν θέσεις απασχόλησης για έλληνες εργαζομένους.
Τρίτον, η μετανάστευση βελτίωσε το δημογραφικό κυρίως στην περιφέρεια και τις αγροτικές περιοχές. Η θετική συμβολή στο δημογραφικό επισημάνθηκε και από πρόσφατη μελέτη του ΙΟΒΕ που έγινε για λογαριασμό της Eurobank.
Τέταρτον, με τη σταδιακή ένταξη στο κοινωνικό και οικονομικό σύστημα ξεκίνησαν πληρωμές προς το ασφαλιστικό σύστημα, ενώ σημαντικό μέρος των χρημάτων τους εντάχθηκαν στο ελληνικό τραπεζικό σύστημα. Αυτό περιόρισε παραοικονομία, εισφοροδιαφυγή-μαύρη εργασία και φυγή κεφαλαίων στο εξωτερικό.
Πέμπτον, οι μικρότερες αποδοχές και το καταναλωτικό προφίλ επέφεραν χαμηλότερα επίπεδα τιμών που επέφεραν συγκράτηση του πληθωρισμού και του κόστους εργασίας.
Εκτον, παρατηρήθηκε διαφοροποίηση του ύψους των μισθών μεταξύ Ελλήνων και μεταναστών (υψηλότεροι στους Ελληνες), δημιουργώντας νέα κατανομή βάσει δεξιοτήτων και παραγωγικότητας.