Ουκρανία, Μέση Ανατολή, διμερείς σχέσεις και «παραδοσιακές αξίες» βρέθηκαν στο επίκεντρο της συζήτησης των δύο προέδρων
Ο Ρώσος πρόεδρος Βλαντίμιρ Πούτιν και ο Αμερικανός πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ πραγματοποίησαν νέα τηλεφωνική επικοινωνία, την τέταρτη μέσα σε ενάμιση μήνα και έκτη συνολικά για το 2025, σύμφωνα με το πρακτορείο TASS.
Η συζήτησή τους επικεντρώθηκε στις εξελίξεις στην Ουκρανία, την ένταση στη Μέση Ανατολή, την πορεία των οικονομικών σχέσεων Ρωσίας–ΗΠΑ, αλλά και σε ένα ασυνήθιστο θέμα: την ανταλλαγή κινηματογραφικών παραγωγών που προάγουν τις «παραδοσιακές αξίες».
Ο Πούτιν συνεχάρη τον Τραμπ ενόψει της Ημέρας Ανεξαρτησίας των ΗΠΑ, ενώ ο Αμερικανός πρόεδρος άνοιξε τη συνομιλία ενημερώνοντας για την υπερψήφιση του νέου οικονομικού του νομοσχεδίου. Οι δύο ηγέτες φέρονται να είχαν «κοινή γραμμή» σε αρκετά ζητήματα.
Δεν υπάρχει ακόμη προγραμματισμένη συνάντηση
Παρά τις πυκνές τηλεφωνικές επαφές, δεν συζητήθηκε το ενδεχόμενο προσωπικής συνάντησης, αν και, όπως σημειώνεται, η ιδέα παραμένει «στον αέρα». Επίσης, δεν έγινε καμία αναφορά στο ζήτημα της αναστολής των αμερικανικών παραδόσεων όπλων προς την Ουκρανία.
Η πρώτη τηλεφωνική επικοινωνία μετά την επιστροφή του Τραμπ στον Λευκό Οίκο είχε πραγματοποιηθεί στις 12 Φεβρουαρίου, σηματοδοτώντας το πρώτο άμεσο διμερές άνοιγμα έπειτα από τρία χρόνια αδράνειας.
Σταθερή ατζέντα: Ουκρανία και επαναπροσέγγιση
Η δεύτερη επικοινωνία έλαβε χώρα στις 18 Μαρτίου, με τον Πούτιν να εκφράζει τη στήριξή του στην πρόταση Τραμπ για επιβολή 30ήμερου μορατόριουμ στις επιθέσεις σε ενεργειακές υποδομές—aίτημα που το Κίεβο απέρριψε.
Ακολούθησαν συνομιλίες στις 19 Μαΐου και στις 4 και 14 Ιουνίου, όλες εν μέσω άμεσων διαπραγματεύσεων μεταξύ Μόσχας και Κιέβου στην Κωνσταντινούπολη. Στις 14 Ιουνίου, συζήτησαν και για την ένταση μεταξύ Ισραήλ και Ιράν, ενώ ο Πούτιν δεν παρέλειψε να ευχηθεί στον Τραμπ για τα 79α του γενέθλια.
Ο βασικός κορμός των συνομιλιών παραμένει η επιδίωξη για εξομάλυνση των σχέσεων ΗΠΑ–Ρωσίας και η διαχείριση της ουκρανικής κρίσης. Ωστόσο, οι δύο ηγέτες συχνά επεκτείνονται και σε άλλα διεθνή ζητήματα, επιβεβαιώνοντας τη στρατηγική τους επιδίωξη να επανακτήσουν επιρροή σε παγκόσμια κλίμακα.