Σαν σήμερα, το 2015, ο Πάνος Καμμένος δήλωσε δημόσια πως οι Ένοπλες Δυνάμεις εγγυώνται την εσωτερική σταθερότητα της χώρας και ο Αλέξης Τσίπρας σιώπησε
Καλοκαίρι του 2015, τρεις ημέρες πριν το δημοψήφισμα. Το ημερολόγιο δείχνει 2 Ιουλίου πριν ακριβώς δέκα χρόνια. Οι δρόμοι καίνε από τη ζέστη, τα ΑΤΜ με ουρές για να γίνει ανάληψη του επιτρεπόμενου ποσού και οι πόρτες των τραπεζών κλειδωμένες. Οι άνθρωποι κοίταζαν ο ένας τον άλλον με καχυποψία. Ρευστότητα μηδέν και ανασφάλεια στο «κόκκινο». Το πρώτο σοκ από την ανακοίνωση για τη διενέργεια δημοψηφίσματος είχε περάσει και πλέονν είχε σταματήσει να είναι μια γιορτή της άμεσης δημοκρατίας. Εξελισσόταν σε ένα ρήγμα στην ίδια τη συλλογική συνείδηση. Και σε αυτή τη συγκυρία έγινε κάτι που υπό άλλες συνθήκες θα είχε ρίξει κυβερνήσεις. Αλλά τότε, δεν ίδρωσε αφτί, δεν σχολιάστηκε ποτέ ξανά και κανείς δεν το αναφέρει, σαν μη συνέβη ποτέ.
Ο Πάνος Καμμένος, τότε υπουργός Εθνικής Άμυνας και συγκυβερνήτης του Αλέξη Τσίπρα, τον υποδέχεται στο Υπουργείο Εθνικής Άμυνας. Οι κάμερες γράφουν και οι δημοσιογράφοι παρακολουθούν. Και τότε, ο αρχηγός των Ανεξαρτήτων Ελλήνων, δίχως περιστροφές, δηλώνει:
«Οι Ένοπλες Δυνάμεις της χώρας διασφαλίζουν τη σταθερότητα στο εσωτερικό», και συνεχίζει: «τη σταθερότητα σε σχέση με τις συμμαχίες της χώρας… συνεχίζουν να διαφυλάσσουν την εικόνα της χώρας στο εσωτερικό και στο εξωτερικό.»
Ο Αλέξης Τσίπρας, παρών, σιωπηλός. Ούτε μορφασμός, ούτε διόρθωση. Ούτε μία λέξη. Και αυτή η σιωπή, ίσως πιο ανησυχητική από τη δήλωση.
Για την αναφορά αυτή δεν δόθηκε ποτέ επανόρθωση ή έστω εξήγηση. Δεν μιλούσε για εξωτερικές απειλές. Δεν αναφερόταν σε αποτροπή ή σύνορα. Έκανε λόγο για «εσωτερική σταθερότητα» και «εικόνα στο εσωτερικό». Ήταν η στιγμή που ο στρατός ονοματίστηκε, δημοσίως και απερίφραστα, ως εγγυητής της εσωτερικής τάξης. Όχι από κάποιον αναλυτή ή ανώνυμο νοσταλγό, αλλά από τον καθ’ ύλην αρμόδιο υπουργό. Στον αέρα. Με κάμερες.
Η αντίδραση ήρθε λίγες ώρες μετά. Από τη Νέα Δημοκρατία και τον Κώστα Τασούλα, τότε τομεάρχη Εθνικής Άμυνας. Ο Τασούλας, τότε βουλευτής, μίλησε χωρίς περιστροφές. “Ο σαστισμένος Καμμένος διαβεβαίωσε τον πελαγωμένο Τσίπρα ότι ο στρατός εγγυάται την εσωτερική ασφάλεια. Ο πρωθυπουργός, αντί να τον αποπέμψει, έκανε πως δεν κατάλαβε.”
Ο ίδιος άνθρωπος, ο Κώστας Τασούλας, σήμερα είναι Πρόεδρος της Δημοκρατίας και τότε είχε επικρίνει τη δήλωση. «Στις δημοκρατίες, ο στρατός φυλάει τα σύνορα. Την εσωτερική ασφάλεια την εγγυάται η αστυνομία. Όσα ειπώθηκαν είναι προσβολή του Συντάγματος.»
Η δήλωση Καμμένου δεν ήταν μία «κακή στιγμή». Ήταν σύμπτωμα μιας εποχής που η δημοκρατική ομαλότητα θεωρήθηκε πολυτέλεια. Που ο λαϊκισμός έλαβε τη χειρότερη μορφή του. Που ο πολιτικός κυνισμός έγινε κεντρική στρατηγική. Η επίκληση του στρατού για την «εικόνα στο εσωτερικό» δεν συνιστά απλώς πολιτικό ατόπημα. Είναι σημείο καμπής. Μια υπενθύμιση του πόσο εύκολα ο θεσμικός λόγος μπορεί να μετατραπεί σε υπαινιγμό αυταρχισμού.
Δέκα χρόνια μετά, δεν υπάρχει καμία δικαιολογία. Εκείνη η φράση δεν ερμηνεύεται αλλιώς. Ήταν ομολογία μιας βαθύτερης νοοτροπίας, η οποία θεωρούσε τον στρατό εγγυητή όχι της άμυνας, αλλά της συνοχής. Δεν το είπε δημοσιογράφος, δεν το άφησε να εννοηθεί ένας κακόβουλος αντίπαλος. Το είπε ο ίδιος ο υπουργός Άμυνας, ενώπιον του πρωθυπουργού, λίγες μέρες πριν μια από τις πιο διχαστικές στιγμές της Μεταπολίτευσης. Κι αυτός ο πρωθυπουργός δεν αντέδρασε.
Δεν πρόκειται για σχήμα λόγου. Όταν υπουργός κυβέρνησης παρακάμπτει συνταγματικούς ρόλους και δίνει στο στράτευμα καθήκοντα «εικόνας» και «σταθερότητας στο εσωτερικό», τότε δεν πρόκειται για δημοκρατία. Πρόκειται για το φάντασμά της.
Το ότι αυτή η φράση ξεχάστηκε γρήγορα, το ότι δεν προκάλεσε παραίτηση, ΕΔΕ ή θεσμική απόρριψη, λέει περισσότερα για την παθητικότητα της περιόδου εκείνης παρά για τη βαρύτητα του περιστατικού. Η κρίση εκείνη δεν ήταν μόνο οικονομική. Ήταν και ηθική. Και θεσμική. Και κάθε φορά που τέτοια λόγια περνούν χωρίς συνέπειες, χαράζεται μια νέα κόκκινη γραμμή λίγο πιο πίσω.
Η 2α Ιουλίου δεν είναι απλώς επέτειος. Είναι υπενθύμιση. Πως σε περιόδους αστάθειας, οι δημοκρατικοί θεσμοί δεν καταρρέουν μόνο με πραξικοπήματα, αλλά με δηλώσεις σαν αυτή. Και με σιωπές σαν εκείνη του πρωθυπουργού.
Γιατί το πρόβλημα δεν είναι μόνο ποιος το είπε. Είναι και ποιοι έκαναν ότι δεν το άκουσαν.